H διασκευή της ιστορίας του εγωιστή γίγαντα του Όσκαρ Ουάιλντ
Είναι μια όμορφη και ηλιόλουστη μέρα! Στο χωριό όμως επικρατεί απόλυτη σιωπή. Νεκρική σιγαλιά χωρίς ίχνος ζωής. Αντίθετα, τα παιδιά είναι προσηλωμένα μπροστά στις οθόνες των υπολογιστών τους καθισμένα πάνω στα μαγικά μαξιλάρια τους. Στο ερημωμένο σπίτι στην άκρη του χωριού έρχεται να ζήσει ένας πελώριος γίγαντας με το όνομα Εκήβολος, που δίνει με τα αστεία του μια ευχάριστη νότα στο χωριό. Το σπίτι του μεταβάλλεται σε χώρο χαράς και διασκέδασης ενώ ο πελώριος κήπος του διαθέτει μαγευτικά λουλούδια και δέντρα. Τα παιδιά, στο πέρασμα του γίγαντα στο χωριό, σταματούν τις ασχολίες τους και προσπαθούν να θαυμάσουν την κορμοστασιά του, απομακρυσμένα από τον ψηφιακό κόσμο. Από εκείνη την ημέρα όλα αλλάζουν στη ζωή του νεκρικού χωριού. Φωνές, γέλια, τραγούδια είναι πλέον η καθημερινή ασχολία των κατοίκων του. Και το ερημωμένο σπίτι στην απέναντι όχθη της λίμνης αποκτά ζωή, αφού τα παιδιά επισκέπτονται καθημερινά τον καλόκαρδο γίγαντα για να διασκεδάσουν, παίζοντας και τραγουδώντας. Όλα μαζί βάλθηκαν να τραγουδάνε με όλη τους τη δύναμη:
Τον Εκήβολο αγαπάμε.
Με χαρά μαζί του τραγουδάμε.
Εκήβολε εμπρός!
Είσαι ο οδηγός μας ο λαμπρός!!
Σε αυτή τη χαρούμενη πλέον πολιτεία όλα κυλούν όμορφα και ήρεμα. Ώσπου ένα τρομερό γεγονός αναστατώνει τη γαλήνια ζωή των κατοίκων του χωριού. Κάποια στιγμή ο γίγαντας πήγε να επισκεφθεί το φίλο του, τον αρχιδράκο της Ουρανούπολης, για να του δώσει ένα τσουβάλι καρότα, το πολυαγαπημένο φαγητό του δράκου. Τα παιδιά τότε βρήκαν την ευκαιρία να καταστρέψουν με τα παιχνίδια τους χωρίς να το θέλουν τον κήπο του γίγαντα. Κάποια στιγμή ο γίγαντας επέστρεψε από το ταξίδι του και αντίκρισε τον κήπο του. Φωνές, κακό, απειλές ακούστηκαν σε όλο το χωριό. Οι κάτοικοι του χωριού με καρδιοχτύπι έτρεχαν εδώ και εκεί, μήπως και γλιτώσουν απ΄τις φωνές του. Το χωριό ερήμωσε από τις παιδικές φωνές και τους κατοίκους του χωριού που δεν επέστρεψαν ποτέ. Από τότε ο γίγαντας ζούσε ολομόναχος και πέθανε σε μεγάλη ηλικία στο ερειπωμένο και απομονωμένο σπίτι του .
Τον Εκήβολο αγαπάμε.
Με χαρά μαζί του τραγουδάμε.
Εκήβολε εμπρός!
Είσαι ο οδηγός μας ο λαμπρός!!
Σε αυτή τη χαρούμενη πλέον πολιτεία όλα κυλούν όμορφα και ήρεμα. Ώσπου ένα τρομερό γεγονός αναστατώνει τη γαλήνια ζωή των κατοίκων του χωριού. Κάποια στιγμή ο γίγαντας πήγε να επισκεφθεί το φίλο του, τον αρχιδράκο της Ουρανούπολης, για να του δώσει ένα τσουβάλι καρότα, το πολυαγαπημένο φαγητό του δράκου. Τα παιδιά τότε βρήκαν την ευκαιρία να καταστρέψουν με τα παιχνίδια τους χωρίς να το θέλουν τον κήπο του γίγαντα. Κάποια στιγμή ο γίγαντας επέστρεψε από το ταξίδι του και αντίκρισε τον κήπο του. Φωνές, κακό, απειλές ακούστηκαν σε όλο το χωριό. Οι κάτοικοι του χωριού με καρδιοχτύπι έτρεχαν εδώ και εκεί, μήπως και γλιτώσουν απ΄τις φωνές του. Το χωριό ερήμωσε από τις παιδικές φωνές και τους κατοίκους του χωριού που δεν επέστρεψαν ποτέ. Από τότε ο γίγαντας ζούσε ολομόναχος και πέθανε σε μεγάλη ηλικία στο ερειπωμένο και απομονωμένο σπίτι του .
Oι Ευλόγησον Πέρδικες